Δικαστική έρευνα για την… αρπαγή από αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. των κινητών από θύματα δολοφονιών για να μην αναδειχθούν οι διασυνδέσεις επίορκων αξιωματούχων με το οργανωμένο έγκλημα.
Έρευνα για σκάνδαλο με αξιωματικούς της Ασφάλειας Αττικής (που σήμερα υπηρετούν σε άλλα πόστα σχετιζόμενα με εθνικά θέματα), οι οποίοι εξαφάνιζαν κρίσιμα στοιχεία για το οργανωμένο έγκλημα, βρίσκεται – όπως αποκαλύπτουν «ΤΑ ΝΕΑ» – σε πλήρη εξέλιξη, προκειμένου να διαπιστωθεί τι ακριβώς συμβαίνει στο παρασκήνιο αστυνομικών ερευνών που φαίνεται να έχουν άλλες ύποπτες στοχεύσεις.
Οι αναφερόμενοι αξιωματικοί φέρεται ότι κρατούσαν στο συρτάρι τους για πολλά χρόνια τα κινητά θυμάτων «συμβολαίων θανάτου» προκειμένου να μην ερευνηθούν από τα Εγκληματολογικά Εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ. και να αναδειχθούν μέσα από αυτήν την έρευνα οι διασυνδέσεις επίορκων αξιωματούχων αλλά και ορισμένων πολιτικών προσώπων με ύποπτα άτομα.
Επιπλέον σε μία περίπτωση φέρεται ότι υπήρξε αφαίρεση όλων των δεδομένων (επαναφορά εργοστασιακών ρυθμίσεων) του κινητού δολοφονηθέντος αλλοδαπού ποινικού, μια αλλοίωση δεδομένων μάλιστα που διαπιστώθηκε εργαστηριακά ότι έγινε το διάστημα που το κινητό του θύματος είχε κατασχεθεί από την ΕΛ.ΑΣ.!
Έγγραφη καταγγελία
Σύμφωνα λοιπόν με ασφαλείς πληροφορίες τον περασμένο Απρίλιο υπήρξε σημαντική έγγραφη καταγγελία στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ. με παροχή σχετικών στοιχείων, ότι υπεύθυνοι κρίσιμης κεντρικής υπηρεσίας της Αστυνομίας κράτησαν στο συρτάρι τους για περίπου δύο χρόνια τα δύο κινητά 58χρονου πρώην αστυνομικού που είχε δολοφονηθεί την 1η Μαΐου 2018 έξω από ταβέρνα στην Παλλήνη.
Αξιωματικοί της Ασφάλειας Αττικής φέρονται να εξαφάνιζαν κρίσιμα στοιχεία για το οργανωμένο έγκλημα
Ο συγκεκριμένος πρώην αστυνομικός των ΕΚΑΜ φέρεται ότι είχε την περίοδο 2015-2018 ερευνώμενες διασυνδέσεις με στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., υπηρεσιακούς παράγοντες, αλλά και πολιτικά πρόσωπα. Επιπλέον όπως είχε προκύψει από έρευνα της ΕΥΠ την περίοδο 2016-2017 (η οποία δημοσιοποιήθηκε το 2020) συνεργάτες του αστυνομικού φρόντιζαν μέσω αυτών των επαφών να μη γίνονται (έναντι αμοιβής) αστυνομικοί έλεγχοι σε περίπου 1.000 παράνομα καζίνο, οίκους ανοχής κ.λπ., με κύκλο συναλλαγών 1.000.000 μηνιαίως, πολλά από τα οποία δίνονταν σε ενστόλους σε κρίσιμα πόστα.
Ποινικοί – επενδυτές
Επιπλέον μέσω αυτού του «δικτύου» ποινικοί συμμετείχαν σε κρατικούς διαγωνισμούς, όπως από την τροφοδοσία των hot spot μέχρι και το κυλικείο της Βουλής ή ακόμη και σε ιδιωτικές συναλλαγές για συστήματα κρατήσεων σε ξενοδοχεία, σε επενδύσεις στη Μύκονο και αλλού.
Οπως υπογραμμίζεται στην αναφορά που στάλθηκε προ επταμήνου στους Αδιάφθορους της ΕΛ.ΑΣ. οι εν λόγω αξιωματικοί έκρυψαν τα κινητά του πρώην αστυνομικού και δεν τα παρέδωσαν για εξέταση ως όφειλαν. Και αυτό για να μη διαπιστωθούν οι επαφές του με υψηλόβαθμους αξιωματούχους και άλλα πρόσωπα, στο πλαίσιο μιας γενικότερης μεθόδευσης.
Τα κινητά αυτά παρουσιάσθηκαν ξαφνικά και έγιναν αντικείμενο εξέτασης το 2020, όταν πολλοί από τους «φίλους» του δολοφονηθέντος είχαν πλέον αποχωρήσει από τα πόστα τους. Χωρίς ωστόσο να γίνει μία ενδελεχής έρευνα γιατί και από ποιους είχαν παρακρατηθεί και εξαφανισθεί παρανόμως επί τουλάχιστον μία διετία. Κάτι το οποίο φαίνεται να συμβαίνει τώρα.
Σε ευαίσθητα πόστα
Σύμφωνα με πληροφορίες η αναφορά για την «αρπαγή» από τον τόπο του εγκλήματος κινητών από αστυνομικούς στάλθηκε αμέσως από τους Αδιάφθορους της ΕΛ.ΑΣ. στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών και ανατέθηκε σε δύο δικαστικούς λειτουργούς που ερευνούν ήδη τις σχέσεις του οργανωμένου εγκλήματος με στελέχη των διωκτικών Αρχών.
Πρόκειται για έρευνα που θεωρείται ιδιαίτερης σημασίας αφού ορισμένοι από αυτούς τους αστυνομικούς κατέχουν κρίσιμα και ευαίσθητα πόστα ακόμη και σήμερα.
Ωστόσο με βάση τις ίδιες πηγές, στη Δικαιοσύνη – χωρίς να μεσολαβήσει εσωτερική έρευνα – στάλθηκαν και έγγραφα από την εξέταση του κινητού αλβανού δολοφονηθέντος στην Αττική.
Σύμφωνα με αυτά «υπήρξε διαγραφή όλων των δεδομένων του κινητού στο χρονικό διάστημα που είχε περιέλθει στα χέρια αστυνομικών που ερευνούσαν τον θάνατό του». Το κινητό αυτό φαίνεται να παραδόθηκε για εξέταση με περίεργη καθυστέρηση δύο μηνών, οπότε υπήρξε και η περίεργη εξαΰλωση όλων των καταγραφών του.