Η καλλιέργεια οσπρίων προωθείται και υποστηρίζεται από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης
Ομάδα Κρητικών βιοκαλλιεργητών έχει συστήσει άτυπο συνεταιρισμό παράγοντας άνυδρα ρεβίθια, κουκκιά και μπίζα με παλιούς σπόρους της Κρήτης – Ξ σοδειά θα διατεθεί σε ιδρύματα, φτωχές οικογένειες και μέρος αυτής θα πωληθεί για τα έξοδα της καλλιέργειας – Περιμένουν να βγάλουν 600 κιλά από την πρώτη σπορά
Έναν άτυπο συνεταιρισμό οσπρίων με τη χρησιμοποίηση παραδοσιακών σπόρων κουκιών και ρεβιθιών σε πρώτη φάση, για να επεκταθούν άμεσα και σε άλλα όσπρια, δημιούργησαν 10 άνθρωποι στο χωριό Σίβα της Μεσαράς, με πρωτοβουλία του Στέλιου Πρατικάκη, αλλά και με τη συμμετοχή δύο εξαιρετικών γεωπόνων, όπως είναι η διευθύντρια της Γεωργικής Σχολής της Μεσαράς Στέλλα Χατζηγεωργίου και ο καθηγητής στο ΕΛΜΕΠΑ Νίκος Βολακάκης.
Ξεκίνησαν με τη σπορά σε 6 στρέμματα χωραφιών που είχαν μείνει χέρσα, εξασφαλίζοντας πρώτα την άδεια των ιδιοκτητών τους, ενώ ευελπιστούν ότι από τη σοδειά που θα αποκομίσουν, τόσο από τις υφιστάμενες σπορές όσο και από τις σπορές της ερχόμενης άνοιξης, θα φτάσουν σε πρώτη φάση τα 600 κιλά, που θα τα διαθέσουν για ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη, για ιδιοκατανάλωση και αν υπάρξει περίσσευμα, θα κάνουν και την πρώτη τους εμπορική προσπάθεια για τις οικονομικές τους ανάγκες.
«Ξεκίνησα ενημερώνοντας πέντε άτομα.
Συμφώνησαν. Και καταφέραμε να φτιάξουμε πάρα πολύ γρήγορα αυτήν την ομάδα, που αποτελείται από δύο γεωπόνους και από αγρότες, είτε ετεροεπαγγελματίες είτε επαγγελματίες. Είμαστε μία άτυπη ομάδα. Και έχουμε από τον Οκτώβριο φυτέψει τρία στρέμματα στον Σίβα με κουκιά και ρεβίθια σε πρώτη φάση, που είναι ήδη 15 έως 20 εκατοστά, και ακολουθεί η σπορά σε άλλα τρία στρέμματα. Αυτές τις μέρες θα φυτέψουμε και τα ανοιξιάτικα όσπρια. Το πιθανότερο είναι να βάλουμε πάλι ρεβίθια και κουκιά. Εγώ έχω και κάποια ποσότητα μπίζα, αλλά δεν ξέρουμε ακόμα καλά.
Δεν έχουμε την εμπειρία που χρειάζεται και έτσι δε βιαζόμαστε να μπούμε και σε άλλες καλλιέργειες, κάτι που θα το κάνουμε σταδιακά», είπε χαρακτηριστικά ο Στέλιος Πρατικάκης.
«Ήδη έχουμε δύο γεωπόνους στην ομάδα, αλλά διαβάζουμε και όσο μπορούμε για να προχωρήσουμε όσο γίνεται χωρίς να κάνουμε λάθη στις καλλιεργητικές μας δραστηριότητες», σύμφωνα με τον ίδιο.
Εξάλλου, όπως λέει, «η καλλιέργεια και η κατανάλωση οσπρίων έχουν υποβαθμιστεί στην κοινωνία μας, παρά τα σημαντικά οφέλη που προσφέρουν στην υγεία μας, αλλά και στο περιβάλλον.
Αυτό σκεφτήκαμε κάποιοι άνθρωποι από τον Σίβα και τα γειτονικά χωριά και αποφασίσαμε, στηριγμένοι στη δύναμη της συνεργασίας, να καλλιεργήσουμε ρεβίθια, κουκιά και άλλα όσπρια.
Στόχος της ομάδας μας είναι η παραγωγή ποιοτικών (βιολογικών) οσπρίων, αξιοποιώντας άγονα, φτωχά και μη αρδευόμενα αγροτεμάχια, καθώς τα όσπρια δε χρειάζονται πολλές εξωτερικές εισροές (λιπάσματα, φυτοφάρμακα) και αντέχουν καλύτερα στις ξηροθερμικές συνθήκες κλίματος και εδάφους της Μεσαράς.
«Στόχος της ομάδας μας είναι η παραγωγή ποιοτικών (βιολογικών) οσπρίων, αξιοποιώντας άγονα, φτωχά και μη αρδευόμενα αγροτεμάχια»
Η καλλιέργεια οσπρίων προωθείται και υποστηρίζεται από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, από την Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών. Ο ΟΗΕ μάλιστα έχει ανακηρύξει την 10η Φεβρουαρίου ως ημέρα οσπρίων», είπε ο κ. Πρατικάκης και πρόσθεσε ότι για την ημέρα εκείνη η ομάδα έχει αποφασίσει να προχωρήσει σε σχετική εκδήλωση, για την οποία γίνονται τώρα κάποιες συζητήσεις μεταξύ των μελών της.
Οι σπόροι είναι παραδοσιακοί
Οι σπόροι που σπέρνονται από την ομάδα προέρχονται από το Δίκτυο για τη Βιοποικιλότητα και την Οικολογία στη Γεωργία “Αιγίλοπας”, όπου και μετέχει ως μέλος η γεωπόνος Στέλλα Χατζηγεωργίου.
Το δίκτυο δραστηριοποιείται από τη δεκαετία του ’90 με κύρια δράση την προώθηση της Οικολογικής Γεωργίας στην Ελλάδα. Ο “Αιγίλοπας” είναι κυρίως οργάνωση των βιοκαλλιεργητών, στην οποία επίσης μπορούν ελεύθερα να συμμετέχουν πρόσωπα, ομάδες ή επιστήμονες που συμφωνούν με τους σκοπούς του. Η οργάνωση είναι μέλος του Πανευρωπαϊκού Κινήματος “Let’s Liberate Diversity” για την ελευθερία των σπόρων και της Πανελλαδικής Κίνησης Κατά των Γενετικά Τροποποιημένων Οργανισμών.
«Ένα από τα πλεονεκτήματα των οσπρίων είναι ότι αποδίδουν και σε ακαλλιέργητα και άγονα χωράφια. Όπου μπαίνουν, αυτά αναπτύσσονται. Επομένως, όπου υπάρχει ακαλλιέργητο χωράφι, βρίσκουμε τον ιδιοκτήτη και το ζητάμε. Τώρα έχουμε αρκετά χωράφια στα οποία έχουμε την έγκριση των ιδιοκτητών, ενώ υπάρχουν άλλα δέκα χωράφια που είναι διαθέσιμα. Αλλά δε βιαζόμαστε. Αν πάει καλά φέτος το εγχείρημα, του χρόνου θα μπορέσουμε να φυτέψουμε μεγάλες εκτάσεις», τόνισε χαρακτηριστικά στο neakriti.gr ο Στέλιος Πρατικάκης.
«Δεν το κάνουμε για το κέρδος» – Σε δομές αλληλεγγύης μέρος των εσόδων
Και ξεκαθαρίζει στο σημείο αυτό: «Εμείς δεν το κάνουμε επαγγελματικά για το κέρδος. Απλώς θέλουμε να δείξουμε στον κόσμο ότι πρέπει να στραφούμε προς την καλλιέργεια των οσπρίων για λόγους περιβαλλοντικούς, αλλά και δημόσιας υγείας. Εμείς ένα μέρος από τα όσπρια που θα παράγουμε θα το διαθέσουμε σε δομές αλληλεγγύης. Ένα άλλο μέρος θα το κρατήσουμε για ιδιοκατανάλωση. Ένα μέρος θα κρατήσουμε για του χρόνου, για σπορά. Και ό,τι μένει θα το πουλήσουμε».
Μάλιστα, είναι ξηρικές οι καλλιέργειες. Γι’ αυτό και έχουν επιλεγεί συγκεκριμένα είδη που δε χρειάζονται νερό για να αναπτυχθούν και να δώσουν σοδειά.
«Για παράδειγμα, φασόλια δεν μπορούμε να βάλουμε γιατί χρειάζονται πολύ νερό. Θα μπορούσαμε αργότερα να βάλουμε φακή, που και αυτή αναπτύσσεται σε άνυδρα εδάφη. Εδώ η περιοχή μας έχει μεγάλο πρόβλημα λειψυδρίας. Δε βρέχει. Είναι φοβερό το πρόβλημα. Υπάρχουν βέβαια τα υπόγεια νερά, αλλά και αυτά πόσο θα αντέξουν; Οπότε, όταν μιλάμε για άνυδρες καλλιέργειες, μιλάμε για μία πολύ σημαντική περίπτωση», είπε στο neakriti.gr ο Στέλιος Πρατικάκης, που είχε αυτή τη σπουδαία ιδέα, η οποία αμέσως πήρε σάρκα και οστά.
«Στα χωράφια που φυτεύουμε κανένα δεν είναι ποτιστικό. Βέβαια δίκτυο υπάρχει κοντά. Τα διπλανά χωράφια ποτίζονται. Οπότε, αν κάποια στιγμή προς τον Μάιο δυσκολέψει η κατάσταση, μπορεί να τους κάνουμε κάποιο πότισμα. Αλλά μέχρι εκεί. Δε μιλάμε για συστηματικά ποτίσματα. Ένα-δύο ποτίσματα συνολικά και ανάλογα με το πώς θα πάει η χρονιά. Για παράδειγμα, πέρυσι η χρονιά ήταν δραματική. Από τον Σεπτέμβριο και μετά δεν ξαναέβρεξε. Άλλα χρόνια ρίχνει και καμιά βροχούλα τον Απρίλιο. Στις περιπτώσεις εκείνες δε χρειάζεται καθόλου να ποτίσουμε», καταλήγει στο neakriti.gr ο πρωτοπόρος της ομάδας.