θεση ΓΣΕΕ: «Σε παραγωγικό μαρασμό η χώρα»

ο πρωτογενής τομέας παραγωγής και ειδικότερα ο κλάδο της γεωργίας, καταρρέει, γεγονός που εντείνει το φόβο πως η Ελλάδα είναι ανοχύρωτη σε μια ενδεχόμενη επισιτιστική κρίση.


Αδύνατη η αντιμετώπιση επισιτιστικής κρίσης – Παρωχημένη η επιχειρηματικότητα δεν επενδύει σε ποιοτικό εργατικό δυναμικό

Ηχηρά σήματα κινδύνου για την κατάρρευση του πρωτογενούς τομέα, αλλά και για την παραγωγική και δημογραφική γήρανση όπως και την παρωχημένη παραγωγικότητα, εκπέμπει η έκθεση του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ με θέμα «Εκπαίδευση και απασχόληση: Μεγέθη, τάσεις και εξελίξεις».

Η έκθεση διαπιστώνει ότι η χώρα μαστίζεται από παραγωγικό μαρασμό (καθώς βασικά τμήματα της πρωτογενούς παραγωγής παρουσιάζουν εξαιρετικά χαμηλή απόδοση) αλλά και από τον παρωχημένο χαρακτήρα της επιχειρηματικότητας.

Οι εγχώριοι επιχειρηματίες δεν ενδιαφέρονται για την κατάρτιση των εργαζόμενων, δεν επενδύουν στην έρευνα και στην καινοτομία, δεν συμμετέχουν στον ψηφιακό μετασχηματισμό της νέας εποχής.

H παρωχημένη επιχειρηματικότητα, επιπλέον, δεν επιτρέπει την απορρόφηση του εξαιρετικά ποιοτικού δυναμικού που παράγει το εκπαιδευτικό σύστημα, με αποτέλεσμα το brain waste και, τελικά, το brain drain.

Ως εκ τούτου, η χώρα δείχνει αδύναμη και ανέτοιμη να αντιμετωπίσει τις νέες, παγκόσμιες προκλήσεις, όπως για παράδειγμα μια ενδεχόμενη επισιτιστική κρίση. Η έκθεση σημειώνει πως απαιτείται άμεσα ο μετασχηματισμός του παραγωγικού της μοντέλου και η αναβάθμιση του συστήματος επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Τα κύρια ευρήματα της έκθεσης
Ειδικότερα, τα κύρια ευρήματα της έκθεσης είναι τα εξής:

Πρώτον, ο πρωτογενής τομέας παραγωγής και ειδικότερα ο κλάδο της γεωργίας, καταρρέει, γεγονός που εντείνει το φόβο πως η Ελλάδα είναι ανοχύρωτη σε μια ενδεχόμενη επισιτιστική κρίση. Η χώρα βρίσκεται στην 26η θέση στην ΕΕ-28 σε απόδοση παραγωγής, γεγονός που συνδέεται άμεσα με το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης-κατάρτισης των απασχολούμενων στον κλάδο αυτό (στην πλειονότητά τους διαθέτουν μόνο πρακτική γεωργική εμπειρία).

Δεύτερον, στους 15 πιο δυναμικούς κλάδους οικονομικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα δεν συμπεριλαμβάνεται ούτε ένας της κατηγορίας Έρευνα και Ανάπτυξη (Research and Development). Επίσης, η πλειονότητα των επιχειρήσεων είναι χαμηλής ψηφιακής έντασης, με τη χώρα να κατατάσσεται στις χαμηλότερες θέσεις στην ΕΕ-28 στον σχετικό δείκτη (Δείκτης ψηφιακής έντασης – DII) τόσο ως προς το σύνολο των επιχειρήσεων (27η θέση) όσο και ως προς τη διαβάθμισή τους σε μικρές (28η θέση), μεσαίες (21η θέση) ή μεγάλες (26η θέση).

Τρίτον, η Ελλάδα βρίσκεται στην αρνητική 2η θέση στην ΕΕ-28 σε ό,τι αφορά τον «δείκτη επιχειρήσεων χωρίς στρατηγικό σχέδιο και δραστηριότητες συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης (CVT)», γεγονός που είναι ενδεικτικό της διαχρονικής έλλειψης κουλτούρας των επιχειρήσεων στην Ελλάδα στο να επενδύουν στην ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού τους μέσω της αναβάθμισης των δεξιοτήτων του.

Τέταρτον, η χώρα βρίσκεται στην 3η υψηλότερη θέση στην ΕΕ-28 στην κάθετη αναντιστοιχία δεξιοτήτων, με ένα 32,3% ατόμων ηλικίας 15-34 ετών και με μορφωτικό επίπεδο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης να απασχολούνται σε επαγγέλματα που απαιτούν χαμηλότερο επίπεδο γνώσεων-δεξιοτήτων (brain waste). Αυτή είναι και η κύρια αιτία για τη διαφυγή του πιο δυναμικού και ποιοτικού ανθρώπινου δυναμικού μας στο εξωτερικό (brain drain).

Πέμπτον, τα δύο τρίτα των επιχειρήσεων στην Ελλάδα (περίπου 67%) είναι έντασης εργασίας, χαμηλών αμοιβών (φθηνή εργασία) και υψηλών ρίσκων (στον πρωτογενή κυρίως τομέα) και μόνο το 1/3 είναι έντασης γνώσης. Το γεγονός αυτό αποτυπώνεται και στη χαμηλή προστιθέμενη αξία που παρουσιάζει η πλειονότητα της επιχειρηματικότητας στη χώρα.