Το Τριστάν ντα Κούνια είναι μια συστάδα από απομονωμένα νησιά στον νότιο Ατλαντικό ωκεανό, 2.816 χλμ. από τη Νότια Αφρική και 3.360 χλμ. από τη Νότια Αμερική. Είναι εξαρτημένο έδαφος του Βρετανικού υπερπόντιου εδάφους της Αγίας Ελένης, που βρίσκεται 2.173 χλμ. βόρεια.
Το Έδαφος αποτελείται από ένα κύριο νησί, το Τριστάν ντα Κούνια (έκταση: 98 χλμ²), καθώς και μερικά ακατοίκητα νησιά: Απρόσιτη Νήσος (Inaccessible Island) και τα Νησιά Αηδονιού (Nightingale Islands). Η Νήσος Γκαφ (Gouph Island), που βρίσκεται 395 χλμ. νοτιοανατολικά της κύριας νήσου, αποτελεί επίσης τμήμα του Εδάφους.
Το Τριστάν ντα Κούνια είναι το πιο απομονωμένο αρχιπέλαγος στον κόσμο.
Για να προσεγγιστεί το συγκεκριμένο νησί με καράβι, χρειάζονται έξι ολόκληρες ημέρες. Σχεδόν τις 20 από τις 30 ημέρες του μήνα βρέχει συνέχεια. Το νησί έχει όνο έναν δρόμο, τα τρόφιμα θα πρέπει να τα παραγγείλεις από το μοναδικό παντοπωλείο αρκετούς μήνες πριν τα πάρεις στα χέρια σου, ενώ το ηλεκτρικό ρεύμα προέρχεται αποκλειστικά από γεννήτριες.
Το ομώνυμο νησί είναι το μόνο κατοικημένο.
Έχει συνολική έκταση 98 τετραγωνικών χιλιομέτρων και κατοικείται περίπου από 250 ανθρώπους. Ανήκει στην Βρετανική Κοινοπολιτεία, έχει δικό του σύνταγμα, ενώ δεν υπάρχει αεροπορική γραμμή που να φτάνει εκεί. Για να φτάσει κάποιος εκεί, θα πρέπει να ταξιδέψει στο Κέιπ Τάουν και να πάρει το καράβι για ένα ταξίδι που διαρκεί 6 ημέρες.
Αν νομίζετε πως απομονωθήκατε λοιπόν, σκεφτείτε και το «πιο απομονωμένο νησί του κόσμου», που οι κάτοικοι είναι σχεδόν μόνιμα σε κάτι σαν lockdown.
Πάντως οι κάτοικοί του φαίνεται πως περνούν πολύ καλά, μοιράζονται δουλειές και κέρδη και έχουν υψηλά την αξία της αλληλεγγύης. Βέβαια, ο κορωνοϊός δεν έφτασε ποτέ εκεί. Το νησί είναι άλλωστε τόσο απομονωμένο που αυτό θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο.
Ιστορία
Τα νησιά τα πρωτοείδε το 1506 ο Πορτογάλος θαλασσοπόρος, Τριστάο ντα Κούνια, αλλά λόγω κακοκαιρίας δεν αποβιβάστηκε σε κάποιο από αυτά. Ονόμασε το κύριο νησί με το όνομά του, Ίλια ντε Τριστάο ντα Κούνια (Ilha de Tristão da Cunha), και αργότερα επικράτησε το μεταφρασμένο στα Αγγλικά όνομα του (Tristan da Cunha Island). Η πρώτη εξερεύνηση του αρχιπελάγους έγινε από την Γαλλική φρεγάτα L’Heure du Berger το 1767. Έγιναν βυθομετρήσεις και μια βιαστική επιτήρηση της ακτογραμμής.
Η παρουσία νερού στον μεγάλο καταρράκτη Μπιγκ Ουατρόν και σε μια λίμνη στην βόρεια ακτή σημειώθηκαν, και τα αποτελέσματα της εξερεύνησης δημοσιεύτηκαν από έναν υδρογράφο του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού το 1781.
Ο πρώτος μόνιμος έποικος ήταν ο Τζόναθαν Λάμπερτ, από το Σάλεμ της Μασσαχουσέττης των Ηνωμένων Πολιτειών, που έφτασε στα νησιά το 1810. Ανακήρυξε τα νησιά ως ιδιοκτησία του και τα ονόμασε Νησιά Αναψυχής. Η ηγεμονία του ήταν βραχύχρονη, καθώς πέθανε σε ένα ατύχημα με βάρκα το 1812.
Στις 14 Αυγούστου του 1816 το Ηνωμένο Βασίλειο προσάρτησε επισήμως τα νησιά, κυβερνώντας τα από την Αποικία του Ακρωτηρίου στην Νότια Αφρική.
Έχει καταγραφεί ότι αυτό έγινε ως ένα προληπτικό μέτρο για να εξασφαλιστεί ότι οι Γάλλοι δεν θα χρησιμοποιούσαν τα νησιά ως βάση για μια επιχείρηση διάσωσης και απελευθέρωσης του Ναπολέοντα Βοναπάρτη από την φυλακή του στην Νήσο Αγίας Ελένης. Επίσης αυτή η κτήση εμπόδιζε τις Ηνωμένες Πολιτείες να χρησιμοποιήσουν το αρχιπέλαγος ως βάση, όπως έκαναν στον πόλεμο του 1812.[2] Προσπάθειες να αποικιστεί η Απρόσιτη Νήσος απέτυχαν.
Τα νησιά αρχικά κατοικούνταν από μια Βρετανική στρατιωτική φρουρά, και σταδιακά αναπτύχθηκε ένας πολιτικός πληθυσμός. Οι φαλαινοθήρες χρησιμοποιούσαν επίσης το νησί ως βάση για τις επιχειρήσεις τους στον νότιο Ατλαντικό ωκεανό.
Η διάνοιξη όμως της Διώρυγας του Σουέζ το 1869, και η μετεξέλιξη των ιστιοφόρων πλοίων σε ατμοκίνητα, συνετέλεσαν στην απομόνωση των νησιών, καθώς δεν χρειάζονταν πλέον ως ενδιάμεσος σταθμός στα ταξίδια από την Ευρώπη προς την Άπω Ανατολή.
Το 1867, ο Πρίγκιπας Άλφρεντ, Δούκας του Εδιμβούργου και δεύτερος υιός της Βασίλισσας Βικτωρίας, επισκέφτηκε το νησί. Ο κύριος οικισμός, το Εδιμβούργο των 7 Θαλασσών ονομάστηκε προς τιμήν της επισκέψεως του.
Ο νεότερος αδερφός του Ληούις Κάρρολ, ο Αιδεσιμότατος Έντουϊν Ντότζσον, υπηρέτησε ως Αγγλικανός ιεραπόστολος και δάσκαλος στο Τριστάνος ντα Κούνια την δεκαετία του 1880. Ένας δεύτερος Δούκας του Εδιμβούργου, ο σύζυγος της Βασίλισσας Ελισάβετ ΙΙ, επισκέφτηκε τα νησιά το 1957 στο ταξίδι του γύρω από τον κόσμο με το Βασιλικό γιώτ Μπριτάννια.
Στις 12 Ιανουαρίου 1938, τα νησιά ανακηρύχθηκαν εξαρτημένο έδαφος της Αγίας Ελένης.
Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τα νησιά χρησιμοποιήθηκαν ως σταθμός του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού. Το Ατλάντικ Άιλ (Ατλαντική Νήσος) ιδρύθηκε για να καταγράφει τις μετακινήσεις των Γερμανικών πλοίων στον νότιο Ατλαντικό Ωκεανό. Ο πρώτος Αρμοστής διορίστηκε από την Βρετανική κυβέρνηση εκείνη την περίοδο.
Το 1958, το Πολεμικό Ναυτικό των Ηνωμένων Πολιτειών πυροδότησε μια ατομική βόμβα κοντά στο νησί ως τμήμα της Επιχείρησης Άργος. Οι κάτοικοι του νησιού δεν ενημερώθηκαν για αυτήν την δοκιμή, ούτε τους προσφέρθηκε ιατρική παρακολούθηση μετά το συμβάν. Μετά από δεκαετίες που κυκλοφορούσαν φήμες, η δοκιμή έγινε δημόσια γνωστή τον Μάιο του 2006.
Το 1961, μια ηφαιστειακή έκρηξη ανάγκασε σε εκκένωση ολόκληρο τον πληθυσμό και μεταφορά του σε έναν παλαιό σταθμό της Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας στο Κάλσοτ κοντά στο Σαουθάμπτον της Αγγλίας, και διέμεναν κυρίως επί μιας οδού που ονομαζόταν Κλειστό Δρομάκι Τριστάν.
Το 1962, μια αποστολή της Βασιλικής Κοινότητας πήγε στο νησί για να εξετάσει το μέγεθος της ζημιάς, και ανέφερε ότι ο οικισμός Εδιμβούργο των 7 Θαλασσών επηρεάστηκε μόνον στα όρια του. Οι περισσότερες οικογένειες επέστρεψαν το 1963 υπό τον Ουΐλι Ρεπέττο (αρχηγό του δεκαμελούς νησιωτικού συμβουλίου) και τον Άλλαν Κρώφορντ (τον πρώην υπουργό πρόνοιας στο νησί).
Το 2005 δόθηκε στο νησί ο ταχυδρομικός κώδικας του Ηνωμένου Βασιλείου, TDCU 1ZZ, για να διευκολύνει τους κατοίκους στην παραγγελία αγαθών από το Διαδίκτυο.
Κοινωνία
Οι νέοι άνθρωποι γενικά θα ήθελαν να παραμείνουν στο νησί αλλά συχνά ανησυχούν για την εύρεση συζύγου. Κάποιοι φεύγουν για το εξωτερικό, παντρεύονται και ελπίζουν να επιστρέψουν.
Ο πληθυσμός των 293 κατοίκων του Τριστάν ντα Κούνια μοιράζεται μόλις 8 επώνυμα: Γκλας, Γκρην, Χάγκαν, Λαβαρέλλο (τυπικό Λιγουριανό επώνυμο), Ρεπέττο (επίσης τυπικό επώνυμο της Λιγουρίας), Ρότζερς, Σουαίην και Πάττερσον, με το τελευταίο να έχει προστεθεί στα υπόλοιπα μόλις το 1986. Υπάρχουν 80 οικογένειες στο νησί.
Η ιατρική φροντίδα είναι δωρεάν αλλά παρέχεται με μόλις έναν γιατρό από την Νότια Αφρική και 5 νοσοκόμες, οι τοκετοί και οι χειρουργικές επεμβάσεις είναι περιορισμένοι και κάποιος σοβαρός τραυματισμός σημαίνει ότι θα πρέπει να σταλεί σήμα σε περαστικά αλιευτικά σκάφη για να μεταφερθεί το τραυματισμένο άτομο στο Κέηπ Τάουν.
Η τηλεόραση έφτασε στο νησί μόλις το 2001, και το μοναδικό διαθέσιμο κανάλι είναι η Υπηρεσία Προγράμματος Τηλεόρασης του Βρετανικού Στρατού από τα Νησιά Φώκλαντ.
Η εκπαίδευση είναι η στοιχειώδης, με τα παιδιά να αφήνουν το σχολείο στα δεκαπέντε, και παρόλο που είναι δυνατόν να πάρουν το Γενικό Πιστοποιητικό Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης έναν χρόνο αργότερα, τα αποτελέσματα είναι πολύ φτωχά.
Η απομόνωση του Τριστάν ντα Κούνια είχε ως αποτέλεσμα μια ασυνήθη αργκό διάλεκτο της Αγγλικής γλώσσας. Ο Μπιλ Μπράυσον καταγράφει κάποια παραδείγματα της διαλέκτου του νησιού στο βιβλίο του, «Η Μητρική Γλώσσα» (“The Mother Tongue”).
Πηγή: e-daily